7.2.16

ο όρκος που με πατάει

Ακόμα στέκομαι εκεί. Δεν έχω μετακινηθεί. Κατω μου χάσκει μια τρύπα βάθους 30 μέτρων(;) και 600 τετραγωνικών.  Το ίδιο απόγευμα είχαν ξεριζώσει τα τελευταία δέντρα. Ακούγεται γελοίο αλλά  από όλα περσότερο μου κόστισε το ξερίζωμα της μυγδαλιάς. Μόνον. Σαν να μην είχαν ξεπατωθεί τόσες φιστικιές πριν μια μέρα....

Στέκομαι εκεί. Και κλαίω. Η πρόσοψη του κτήματός μας στην Κηφισίας, κομμάτι φιλέτο, δόθηκε αντιπαροχή με χαρές να πανηγύρια. Επιτέλους! Δεν θα μας τσακίζει πια ο ΦΑΠ, λέει η μάνα μου. Ένα κτήμα 6 στρεμμάτων εχει δυσβάστακτους  φόρους. Επιτέλους! Δώσαμε το φιλέτο. Το υπόλοιπο κομμάτι - κομμάτι.

1978. Μετα από πολύμηνο παζάρι η δουλειά έκλεισε:  50% αντιπαροχή. Μεγάλη επιτυχία! Της  Μάνας. Η Κόρη  αδιάφορη  κι εχθρική. Το ίδιο εκείνο βράδυ που ανοίχτηκε η μεγάλη  τρύπα, η Κόρη  στέκει από πάνω σαν Ερυνία και καταριέται. Φοράει ένα υφαντό μακρύ φουστάνι και σανδάλια. Σκονίζονται οι άκρες του φουστανιού και τα δάχτυλά των ποδιών της γεμίζουν φρέσκο χώμα. Καταριεται. Δεν ξέρει ποιον. Την τρύπα; Το μέλλον που της μέλλεται; Το πολυτελές κτίριο γραφείων που θα χτιστεί; Επιθετικό, εκ γενετής πένθος την κατακλύζει. Πένθος που αργότερα θα γίνει το μυστικό της πέλαγος, θάλασσα ταξιδιών, πνιγμών ή σωτηρίας, ανά περίπτωση.  Και υπόσχεται στη μυγδαλιά ότι τα αγαθά της αντιπαροχής αυτής δεν  θα τα τιμήσει. Βροντοφωνάζει σε κενό αέρος ότι δεν δέχεται να ανταλλάξει χρήμα με χώμα. Την ακούει ήπια η νύχτα,  κι όλο αυτό το περιστατικό, αυτή η υπερβολική και ανορθολογική έκρηξη όψιμης εφηβείας,  θα μπορούσε να  έχει κάλλιστα ξεχαστεί, αν ο όρκος της Κόρης δεν ήταν πιο ισχυρός από τις οποίες άλλες δραστηριότητες του χωροχρόνου της.

Ο όρκος αυτός ήταν μια τελετή  μύησης στο πένθος. Από τότε ζει  μαζί μου. Μεγαλώνει  μαζί μου, γελάει μαζι μου,  με τιμωρεί που δεν μπόρεσα ποτέ να τον απαρνηθώ. 
Αλλά έρχεται και ξανάρχεται βασανιστικά κι ένα αίτημα: "Τι θα με κάνεις;" , σαν να με ρωτάει. Περιπαιχτικός, είρων. "Πού θα με ακουμπήσεις;". Κι εγώ με τη σειρά μου αναρωτιέμαι: "Σε ποιανού χέρια ν' ακουμπήσω τόσο βάρος; Και πότε θ' ανέβω επιτέλους ξανά στον ανθοφόρο κήπο μου;"
Γεωργία Δεληγιαννοπουλου

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...